wolof - ορισμός. Τι είναι το wolof
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι wolof - ορισμός

PÁGINA DE DESAMBIGUAÇÃO DA WIKIMEDIA
Wolof; Jalofo; Uólofe

Jalofo         
m.
Indivíduo de uma tríbo gentílica da África occidental.
Fig.
Homem rude, grosseiro.
Pl.
Tríbo gentílica da África occidental.
(De Jalof, n. p. afr.)
Jalofo         
Região da Senegâmbia, que em livros modernos se chama "Yolof". Cf. "Lusíadas", V, 10; Barros, "Déc.", etc.
jalofo         
sm (do top Jalof)
1 Indivíduo dos Jalofos, tribo gentílica da África ocidental.
2 O idioma dessa tribo.
3 Sujeito rude, grosseiro
adj Rude, grosseiro, boçal, bárbaro.

Βικιπαίδεια

Uolofe


Uolofe, Uólofe, Wolof ou Jalofo pode referir-se a:

  • Uolofes — grupo étnico do Senegal, Gâmbia e Mauritânia
  • Língua uolofe — língua falada na África Ocidental
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για wolof
1. They smile and wave at the Spaniards, shouting greetings in Wolof.
2. So last month he recorded Sunugaal, which means ‘Our boat‘ in the local Wolof language.
3. "It‘s tough ... sometimes I don‘t have work for two or three months," he says, speaking in the local Wolof language.
4. He shouts back and forth with the fishermen in their native Wolof and the patrol moves on.
5. Commonly referred to as gorgui‘‘ – a respectable Wolof word for old man‘‘ – Wade says age is not an issue.